arcadianet espa
Enterprise Europe Network
«Η πάπια με το παπιόν» ‘Ένας μοναδικά απίθανος συνειρμός για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον προϊόν. Το «snob duck».
TO VHMA TOY EPIXEIRHMATIA NTOYROS

Μερικά θυμωμένα παπάκια, ένας ελαιώνας, ένα έξυπνο concept, μια ποικιλία από βότανα, φρούτα και μέλι, ένα μοναδικό design, επιχειρηματικό μυαλό, καινοτομία, εξωστρέφεια. Και η συνταγή εξετελέσθη με επιτυχία.
Ως γνήσιος σεφ της φύσης, παθιάζεται με τα βουνά και τα extreme sports, «μαγείρεψε» την ιδέα, ενώ δίδασκε σκι στο χιονοδρομικό των Καλαβρύτων.
Ήταν καιρός να κάνει κάτι δικό του. Κάτι που του χάριζε απλόχερα η φύση και συγκεκριμένα ο οικογενειακός ελαιώνας με το παρθένο ελαιόλαδο. Διάβαζε και πειραματιζόταν για εννέα μήνες, υπό τους ήχους των παπιών. Όταν η συνταγή ετοιμάστηκε τα επόμενα βήματα ήταν το σχέδιο της μακέτας, της συσκευασίας και η προώθηση των προϊόντων εκτός συνόρων Ελλάδος.
Τα δικαιώματα του διακριτικού τίτλου κατέχουν οι πάπιες που παπάζουν θυμωμένες και σουλατσάρουν στον οικογενειακό ελαιώνα της οικογένειας Ντούρου: «Το ξέρατε ότι οι πάπιες είναι οι καλύτεροι φύλακες για να προστατέψεις την περιουσία σου;» γράφει στην ιστοσελίδα του www.snobduck.com.

Μια δοκιμή θα μας πείσει θα μπορούσε να ήταν το σλόγκαν του αλλά εκείνος επιλέγει «Snob Duck soaps are born.
Duck – free, as they deserve». Ελεύθερη μετάφραση από ανοιχτά μυαλά… μόνο. Διαφορετικά, «σαπούνι χωρίς προσθήκη πάπιας – χημικών συστατικών» όπως μας εξηγεί ο ίδιος.
Ο Βασίλης Ντούρος, ο επιχειρηματίας που δεν έκανε την «πάπια» στην επιχειρηματικότητα και την εξωστρέφεια μας μιλάει για την ιδέα που έχτισε.
Σαπούνι: Αρκετά δύσκολο, για τα ελληνικά δεδομένα, προϊόν, δε νομίζετε;
Αντιθέτως. Αν σκεφτούμε ότι λίγο πολύ αρκετοί από εμάς έχουν μια ανάμνηση, ένα άκουσμα μιας γιαγιάς σε ένα χωριό να φτιάχνει σαπούνι για τις ανάγκες του σπιτιού.
Είναι νομίζω στο ελληνικό DNA. Κάτι καθημερινό, απλά ίσως υποτιμημένο.

Πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με τα σαπούνια;
Από περιέργεια, πειραματισμό δοκιμάζοντας το πως φτιάχνεται.

Μίλησε μας για το project “Snob Duck”.
Μετέτρεψα απλά κάτι παραδοσιακό και καθημερινό σε ένα εξωστρεφές branding-packaging με γνώμονα premium αγνές πρώτες ύλες. Χυμούς από φρούτα, λαχανικά, βότανα ή και λίγο πιο ιδιαίτερα υλικά.
Όχι κάποια ιδιαίτερη αγορά. Αλλά προσεγμένες τοποθετήσεις και ευχαριστημένους καταναλωτές.

Πως θα χαρακτηρίζατε τα σαπούνια σας;
Όπως γράφω και στο site τα «snob duck» δεν καθαρίζουν συνειδήσεις Δεν γυρίζουν το χρόνο πίσω. Δεν παρέχουν μαγικές θεραπείες ή υποσχέσεις.

Όταν βγήκαν τα προϊόντα σας στον «αέρα» έγιναν αμέσως ανάρπαστα; Ποιο ήταν το πρώτο βήμα;
Γενικά θέλει χρόνο, υπομονή και πολύ χτίσιμο για να γίνει κάτι ανάρπαστο γνωστό, δημοφιλές.
Σίγουρα ενθουσίασαν στην αρχή λόγω packaging,του όλου concept γενικότερα αλλά αυτό που με ευχαριστεί είναι ότι ενθουσίασε το εσωτερικό και απέκτησα εθισμένους καταναλωτές.
Πρώτο βήμα ο σωστός σχεδιασμός, στοχευμένη προβολή, τοποθετήσεις, σταθερή πολιτική.

Πως προέκυψε το ξεκίνημα από το εξωτερικό;
Το εξωτερικό πρόεκυψε λόγω των δημοσιεύσεων σε design blogs περιοδικά (Monocle, El Pais Elle κλπ).και λόγω του ότι ενημερώνονται γενικά περισσότερο για καινούρια προϊόντα.

Πως αντιμετωπίζουν στο εξωτερικό τους Έλληνες επιχειρηματίες;
Δεν συνάντησα κάποια ιδιαίτερη αντιμετώπιση, ο επαγγελματισμός και η φερεγγυότητα δεν έχουν να κάνουν με εθνικότητα.

Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο προφίλ καταναλωτή που έχετε κατά νου όταν φτιάχνετε τα σαπούνια σας;
Ήθελα να γυρίσω το νέο κόσμο στο να ξανά χρησιμοποιήσει κάτι παραδοσιακό μέσα από μια άλλη οπτική και αισθητική.

Στην Αρκαδία γνωρίζουν για τα σαπούνια «snob duck»;
Στην Αρκαδία έμαθαν πολύ πρόσφατα.

Πως σκέφτεστε να εξελίξετε τα προϊόντα σας;
Με άλλα νέα ανανεωμένα προϊόντα, διάβασμα και έρευνα, επαγγελματισμό και πάντα με σεβασμό στον καταναλωτή.

Τι θα συμβουλεύατε άλλους νέους επιχειρηματίες που σκέφτονται να δημιουργήσουν μια επιχείρηση;
Δεν είμαι μέντορας ή κάποιος business expert αλλά σίγουρα να τολμήσουν.
Με γνώμονα όχι το κέρδος ή το τι είναι της μόδας, αλλά το μεράκι τους και την αγάπη γι’αυτό που θα κάνουν.

Αναδημοσίευση της συνέντευξης από το Περιοδικό “ΕΠΙ” του Επιμελητηρίου Αρκαδίας τεύχος 121, Νοέμβριος Δεκέμβριος 2014

Κοινοποιήστε το άρθρο
Facebook
Twitter
LinkedIn

Περισσότερα άρθρα