arcadianet espa
Enterprise Europe Network
Η αγορά οίνου του Ηνωμένου Βασιλείου 
wines2 e1558693572600

Το γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο εξέδωσε έρευνα για την αγορά οίνου του Ηνωμένου Βασιλείου.

Το ΗΒ είναι η 6η σημαντικότερη αγορά οίνου παγκοσμίως. Η εγχώρια παραγωγή οίνου, καίτοι ραγδαία αυξανόμενη, είναι περιορισμένη και καλύπτει μόλις το 1% της εγχώριας αγοράς. Η μικρή εγχώρια παραγωγή έχει σαν αποτέλεσμα το Ηνωμένο Βασίλειο να είναι η 2η σημαντικότερη εισαγωγική αγορά οίνου στον κόσμο.
Το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας της βρετανικής αγοράς οίνου εκτιμάται σε 20 δισ. λίρες ενώ υποστηρίζει σχεδόν 270.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας. Οι λιανικές πωλήσεις ανέρχονται στο ποσόν των 10,8 δισ. λιρών (χωρίς φόρους), ενώ η συνολική εισφορά της αγοράς στα δημόσια έσοδα (ΦΠΑ, ΕΦΚ, φόροι κερδών και εισοδήματος) εκτιμάται στο ποσόν των 9,5 δισ. Λιρών.

Η αγορά οίνου στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι εξόχως ανταγωνιστική και εστιασμένη στην τιμή. Η πλειονότης των πωλήσεων κρασιού στο ΗΒ (πάνω από 80%, βάσει όγκου και 60% βάσει αξίας) γίνεται μέσω των καταστημάτων λιανικής πώλησης (κρύα αγορά/off-trade). Οι υπόλοιπες πωλήσεις πραγματοποιούνται σε μπαρ, εστιατόρια, ξενοδοχεία και άλλους χώρους παροχής υπηρεσιών εστίασης (ζεστή αγορά/on-trade).
Το λευκό κρασί έχει ελαφρώς μεγαλύτερη κατανάλωση από το κόκκινο. Ο αφρώδης οίνος είναι η κατηγορία που παρουσιάζει την μεγαλύτερη ανάπτυξη τα τελευταία έτη, κυρίως το ιταλικό Prosecco, που θεωρείται ότι έχει καλύτερη σχέση αξίας προς τιμή από ό, τι η σαμπάνια. Τα κρασιά με γεύση φρούτου, τα οργανικά και αυτά χαμηλής ή καθόλου αλκοόλης είναι νέα προϊόντα με δυναμική ανάπτυξη.
Σε γενικές γραμμές, η αγορά οίνου του Ηνωμένου Βασιλείου αναμένεται μελλοντικά να ακολουθήσει χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς αντιμετωπίζει μια σειρά προκλήσεων. Παρότι η αξία πωλήσεων αυξάνεται, επηρεαζόμενη εν μέρει από την άνοδο των τιμών και των φόρων, αλλά και από μια ευδιάκριτη μετατόπιση μεταξύ των καταναλωτών προς την επιλογή της ποιότητας έναντι της ποσότητας, οι όγκοι παρουσιάζουν πτωτική πορεία (ιδίως στους ήρεμους οίνους). Η αυξανόμενη ευαισθητοποίηση του καταναλωτικού κοινού σε θέματα υγιεινής διατροφής, σε συνδυασμό με την αλλαγή του τρόπου ζωής και των καταναλωτικών προτιμήσεων, έχουν οδηγήσει σε διαρκώς μειούμενη κατά κεφαλήν κατανάλωση κρασιού και γενικότερα οινοπνευματωδών. Υπό συζήτηση είναι, επίσης, πιθανές φορολογικές πολιτικές για την παροχή κινήτρων για προϊόντα χαμηλότερης περιεκτικότητας σε αλκοόλ, και αλλαγές στη σήμανση προκειμένου να αναφέρονται πληροφορίες που θα αποτρέπουν τους καταναλωτές από υπερβολική κατανάλωση. Αστάθμητοι παράγοντες βραχυχρόνια, αποτελούν η επίδραση του Brexit στην ισοτιμία της λίρας και η τελική συμφωνία για το τελωνειακό καθεστώς μεταξύ ΗΒ – ΕΕ, καθώς και οι δύο μπορούν να επηρεάσουν άμεσα την κατανάλωση, μέσω της αύξησης των τιμών εισαγωγής.

Το ελληνικό κρασί έχει αποκτήσει ανανεωμένο δυναμισμό τα τελευταία χρόνια, λόγω των γενικότερων ανακατατάξεων του τομέα και της τάσης για πειραματισμούς με λιγότερο γνωστές ποικιλίες και χώρες προέλευσης, αλλά και της δραστηριοποίησης νέων Ελλήνων μεταναστών στον ευρύτερο κλάδο (εμπόριο, διανομή και εστίαση). Οι περισσότερες ευκαιρίες για το ελληνικό κρασί εστιάζονται στους εισαγωγείς οι οποίοι καλύπτουν την εξυπηρέτηση των ανεξάρτητων καταστημάτων λιανικής πώλησης οίνου και το λιγότερο ευαίσθητο στις τιμές τομέα της μαζικής εστίασης. Η προώθηση μιας ποικιλίας με μια περιφερειακή ιστορία που αντικατοπτρίζει την ιδιαιτερότητα της οινοπαραγωγής γίνεται πιο εύκολα αποδεκτή και δημοφιλής, καθώς οι καταναλωτές επιδεικνύουν μεγαλύτερη διάθεση δοκιμών  λιγότερο γνωστών ποικιλιών. Για την καλύτερη προώθηση του ελληνικού κρασιού, απαιτείται βεβαίως πύκνωση των προωθητικών ενεργειών, καθώς και συντονισμός και συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών για οργανωμένες και στοχευμένες δράσεις.

Πατήστε εδώ για να δείτε την έρευνα.

Κοινοποιήστε το άρθρο
Facebook
Twitter
LinkedIn

Περισσότερα άρθρα