Στον «αέρα» του TAXIS είναι η πλατφόρμα για την πάγια ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο, προκειμένου οι πληγέντες από την πανδημία που έχασαν τη ρύθμιση να ενταχθούν ξανά.
Η διαδικασία είναι απλή και η ΑΑΔΕ έχει εκδώσει αναλυτικό οδηγό για το ποιοι έχουν το δικαίωμα να επανενταχθούν στην πάγια ρύθμιση: Οι σχετικές ερωτήσεις και απαντήσεις είναι:
2.Η δήλωση φορολογίας εισοδήματος της οποίας τα δεδομένα θα λαμβάνονται υπόψη είναι αυτή για την οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης του φορολογούμενου.
3.Εάν σε φυσικό πρόσωπο υπάρχει μόνο μία δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή καμία, τότε δεν πληρείται η προϋπόθεση της μείωσης του 10% ή της μείωσης του 5%. Αντίστοιχα, για τους υπόχρεους σε υποβολή δήλωσης ΦΠΑ, αν δεν υπάρχουν δηλώσεις προηγούμενου έτους για σύγκριση (π.χ. επιχείρηση υπαγόμενη σε ΦΠΑ το έτος 2021 και μη υπαγόμενη σε ΦΠΑ το έτος 2020, φυσικό πρόσωπο με έναρξη εργασιών το 2020, που είχε ενταχθεί σε ρύθμιση, η οποία ήταν ενεργή την 01/11/2019 και απωλέσθη μεταγενέστερα, οφειλή από φόρο κληρονομιάς) ή καθόλου δηλώσεις ΦΠΑ (π.χ. λόγω πρόσφατης έναρξης εργασιών ενός φυσικού προσώπου) θα θεωρείται ότι δεν πληρείται η προϋπόθεση της μείωσης του 10% ή του 5%.
4.Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες, νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη υπόχρεους σε υποβολή δήλωσης ΦΠΑ που έχουν μικρότερα ακαθάριστα έσοδα κατά τουλάχιστον 5% το φορολογικό έτος 2020 σε σχέση με το φορολογικό έτος 2019 ή για υπόχρεους σε υποβολή δήλωσης ΦΠΑ με μικρότερο κύκλο εργασιών ΦΠΑ κατά τουλάχιστον 5% το φορολογικό έτος 2020 σε σχέση με το φορολογικό έτος 2019 θα ισχύουν τα ακόλουθα: Εάν επιχείρηση δεν ήταν υπαγόμενη σε ΦΠΑ το 2019, ήταν όμως υπαγόμενη το έτος 2020, οπότε δεν τίθεται θέμα σύγκρισης των κωδικών 312 για τα έτη αυτά αφού δεν υπάρχουν δηλώσεις για το 2019 (μείωση τουλάχιστο 5%), το επόμενο κριτήριο που θα ελέγχεται είναι το εισοδηματικό κριτήριο περί μείωσης των ακαθαρίστων εσόδων κατά τουλάχιστο 10% από το μέσο όρο των ακαθαρίστων εσόδων που προκύπτουν από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τριών ή δύο ή ενός από τα προηγούμενα φορολογικά έτη κατά περίπτωση και όχι αυτό της μείωσης κατά 5% των ακαθαρίστων εσόδων που ισχύει για τους μη υπόχρεους σε υποβολή δήλωσης ΦΠΑ.
5.Εάν οι υποβληθείσες δηλώσεις δεν αφορούν ίσες χρονικά διαχειριστικές περιόδους, για τη σύγκριση των δηλωθέντων ποσών και τον υπολογισμό της μείωσης, θα πρέπει να γίνεται αναγωγή των ποσών, ώστε η σύγκριση να γίνεται αναλογικά.
6. Για τα φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες ως καθαρό εισόδημα ορίζεται το δηλωθέν εισόδημα, τα αυτοτελώς φορολογούμενα και τα απαλλασσόμενα εισοδήματα, όπως προκύπτουν από το έντυπο Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
7.Για τα φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες προκειμένου να ενταχθούν στη ρύθμιση ελέγχεται η υποχρέωση υποβολής δηλώσεων ΦΕ με βάση τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα στα αρχεία της ΑΑΔΕ (αν υπάρχουν στοιχεία εισοδημάτων ή τεκμηρίων) και στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν έχει υποβληθεί κάποια δήλωση, ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση, το αίτημα του φορολογούμενου για υπαγωγή στη ρύθμιση δεν θα γίνεται δεκτό (σχ. παρ. Α. του άρθρ.1).
8.Η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση δεν γίνεται δεκτή όταν ο φορολογούμενος ο οποίος κατά τον χρόνο υποβολής της ασκεί επιχείρηση, ενώ σε προηγούμενη περίοδο (τρίμηνο ή φορολογικό έτος) δεν ασκούσε, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν διαθέσιμα αντίστοιχα στοιχεία για σύγκριση, όπως, για παράδειγμα, φυσικό πρόσωπο που έχει κάνει έναρξη το 2020 και έχει υποβάλλει ως επιτηδευματίας τη δήλωση ΦΕ του 2020, όλες τις δηλώσεις ΦΠΑ για το 2020, ενώ το φορ. 2019, 2018, 2017 κ.λπ. έχει υποβάλει δηλώσεις εισοδήματος ως φυσικό πρόσωπο μη επιτηδευματίας.
11.Για την εφαρμογή του περιουσιακού κριτηρίου οι οφειλέτες που αιτούνται την υπαγωγή τους στην εν λόγω ρύθμιση, οφείλουν να αναγράψουν επί της αίτησής τους ότι δεν απέκτησαν μεταφορικά μέσα εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση ή ότι τα μεταφορικά μέσα που αποκτήθηκαν εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση έχουν συνολική αξία αγοράς που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ.
12.Εάν ο οφειλέτης έχει απολέσει άνω της μίας ρύθμισης, για τη σύγκριση με το 40% του τιμήματος λαμβάνεται υπόψη το συνολικό υπόλοιπο προς καταβολή του συνόλου των απολεσθεισών ρυθμίσεων.
Πηγή:dikaiologitika.gr